ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΧΑΡΝΩΝ

Για την ύπαρξη του θεάτρου Αχαρνών, μαρτυρούν δύο σημαντικότατες επιγραφές του β΄ μισού του 4ου αι. π.Χ. Μία αναθηματική που είχε βρεθεί από παλιά (άγνωστης προέλευσης από μερικούς, κατά άλλους προερχόμενη από την περιοχή των Αγ. Σαράντα Μαρτύρων) αναφέρει τα έσοδα από τη μίσθωση του θεάτρου σε ιδιώτες για παραστάσεις τραγωδίας ή κωμωδίας, από τα οποία θα πληρώνονταν οι λατρευτικές ανάγκες του δήμου. Μια άλλη στήλη, όπου αναγράφονταν δύο ψηφίσματα, βρέθηκε σε δεύτερη χρήση, ως κάλυμμα αγωγού, το 1987, από την κ. Μαρία Πλάτωνος, στην ανασκαφή ενός ρωμαϊκού λουτρού πίσω από τον Αγ. Γιάννη, στην οδό Λιοσίων και σε πολύ μικρή απόσταση (150 μ.) από το σημείο εύρεσης του θεάτρου. Με τα ψηφίσματα αυτά τιμώνται ο ταμίας του δήμου για τη χρηστή διαχείριση του ταμείου της πόλης, ο δήμαρχος Αχαρνέων και ο επιμελητής Διονυσίων. Τους απονέμεται έπαινος και στεφάνι από κισσό. Η δημόσια αναγγελία της απονομής των στεφανιών θα γινόταν στο θέατρο του δήμου, όπου κατά την εορτή των Διονυσίων, αυτού και οι εγγονοί τους θα είχαν την τιμή εφ΄ όρου ζωής, να κάθονται στα πρώτα έδρανα (τις λεγόμενες προεδρίες). Η στήλη με τα ψηφίσματα θα στηνόταν με φροντίδα του δημάρχου και έξοδα από το δημόσιο ταμείο, στο ιερό της Ιππίας Αθηνάς.

Το Αρχαίο Θέατρο Αχαρνών αποκαλύφθηκε στην οδό Σαλαμίνος αριθ. 21 κοντά στη διασταύρωση με την οδό Λιοσίων, στο κέντρο του σημερινού δήμου κατά την παρακολούθηση εκσκαφής σε ιδιωτική ιδιοκτησία, για την ανέγερση τριώροφης οικοδομής. Οι αμφιθεατρικά τοποθετημένοι ορθογώνιοι ασβεστολιθικοί δόμοι, που εμφανίστηκαν και διαμόρφωναν σειρές εδράνων, δεν άφηναν από την αρχή αμφιβολία για την ταύτιση του ευρήματος: ανήκαν στο κυκλικό κοίλο ενός αρχαίου οικοδομήματος. Οι οικοδομικές εργασίες διακόπηκαν και άρχισε αμέσως η σωστική αναγραφή του οικοπέδου με έκτακτες επιχορηγήσεις του Υπουργείου Πολιτισμού και τη βοήθεια του Δήμου Αχαρνών (με την παραχώρηση δύο εργατών) και κάποιου χορηγού που διατηρεί την ανωνυμία του.

Η μέχρι τώρα ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως μια ολόκληρη κερκίδα, πλάτους 5 μ. (στο δυτικό της τμήμα) και 22μ. (στο ανατολικό της τμήμα) με 11 σειρές καθισμάτων από ασβεστολιθικούς δόμους σε ημικυκλική διάταξη, που είχαν μεταφερθεί προφανώς από κάποιο τοπικό λατομείου λίθου. Τα προϊόντα της επεξεργασίας των λίθων (η λατύπη) δείχνουν ότι η τελική επεξεργασία έγινε επί τόπου. Ανασκάφθηκε επίσης μικρό τμήμα κερκίδας, βόρεια της πρώτης, που συνεχίζεται άθικτη, όπως πιστεύει η κ. Πλάτωνος, κάτω από το θεμέλιο της νεόκτιστης καφετέριας, που έχει θεμελιωθεί σε ψηλότερο επίπεδο από αυτό του θεάτρου και το μισό άλλης προς τα νότια της πρώτης, που συνεχίζεται κάτω από το οδόστρωμα της οδού Σαλαμίνος. Επίσης αποκαλύφθηκε και πολύ μικρό τμήμα της ορχήστρας σε βάθος 2,3 περίπου μέτρων. Είναι φανερό ότι το υπόλοιπο τμήμα του κοίλου, οι πάροδοι, η ορχήστρα και το σκηνικό οικοδόμημα βρίσκονται κάτω από τα προς βορρά κτίσματα και κάτω από το δρόμο. Αναμένεται να αποκαλυφθούν όταν θα συνεχισθεί η ανασκαφική έρευνα που σταμάτησε, ελλείψει πιστώσεων, το καλοκαίρι του 2007 και όταν ολοκληρωθεί η απαλλοτρίωση των γειτονικών οικοπέδων, που αποφασίστηκε πρόσφατα από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, όπου αυτό εκτείνεται.

Ο προσανατολισμός του θεάτρου είναι προς τα Δ-ΒΔ. Οι κερκίδες έχουν θεμελιωθεί στο φυσικό ελαφρώς επικλινές προς τα ανατολικά έδαφος. Στην πίσω πλευρά των δόμων υπάρχει μια αμελώς διαμορφωμένη προεξοχή, που χρησίμευε πιθανότατα για να ακουμπούν τα πόδια τους οι καθισμένοι στις υπερκείμενες θέσεις θεατές. Το πλάτος των εδωλίων είναι σχετικά μικρό (από 0,22 έως 0,40 μ.) ενώ η απόσταση μεταξύ τους ποικίλλει, καθώς έχουν ελαφρώς μετακινηθεί, κατά τόπους και μερικά τμήματα, κυρίως από τη νότια κερκίδα λείπουν. Κάτω από τον διάδρομο, μεταξύ της ορχήστρας και των πρώτων καθισμάτων φαίνεται ότι υπάρχουν δόμοι ακτινωτά διατεταγμένοι (βρέθηκε ένας και στην βόρεια παρειά εμφανίζεται άλλος) που καλύπτουν τον αποστραγγιστικό αγωγό που είναι απαραίτητος για τη διοχέτευση των νερών της βροχής, καθώς ο υδροφόρος ορίζοντας της περιοχής είναι πολύ ψηλά. Ανάλογη διάταξη συναντούμε στο θέατρο Σικυώνας στην Κόρινθο και της Ηράκλειας στην Ιταλία, που χρονολογούνται στα τέλη του 4ου αρχές 3ου αιώνα. Μεταξύ της 10ης και της 11ης σειράς καθισμάτων υπήρχε το διάζωμα, δυστυχώς κατεστραμμένο από παλιά άροση, που μόνο μικρό τμήμα του διασώθηκε προς τα βόρεια. Στα ανατολικά του οικοπέδου, όπου θα εκτεινόταν το άνω τμήμα του θεάτρου, η διατάραξη από την άροση και την οικοδομική δραστηριότητα δε μας επιτρέπει να εξαγάγουμε σαφή συμπεράσματα για τη μορφή και τα υλικά του «επιθεάτρου». Υπάρχει όμως η πιθανότητα να ήταν ξύλινο.

Από την περίμετρο της ορχήστρας εντοπίστηκαν πέντε δόμοι, διαφορετικού μεγέθους ο καθένας με επιμελημένη την ορατή προς τους θεατές επιφάνεια και λίγο βαθύτερα μικρό τμήμα του χαλικόστρωτου δαπέδου της ορχήστρας. Κομμάτια κατεργασμένων μαρμάρων που βρέθηκαν στην περιοχή αυτή, πολλά καμπύλου σχήματος, προέρχονται πιθανώς από τους μαρμάρινους θρόνους της προεδρίας. Ανασκάφηκαν δύο κάθετες ράμπες μεταξύ των τριών κερκίδων. Στα νότια εντοπίστηκαν δύο βαθμίδες κλίμακας, διαμορφωμένες από πατημένο χώμα, και μικρούς λίθους. Ο μη εντοπισμός τους όμως στην βόρεια κλίμακα, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτές ή καταστράφηκαν ή ότι μεταξύ των κερκίδων σχηματιζόταν τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο κεκλιμένο επίπεδο χωρίς βαθμίδες (ράμπα). Η κατοίκηση του χώρου πριν τη δημιουργία του θεάτρου, όπως συμπεραίνεται από την παρουσία προϊστορικών οστράκων και λεπίδων οψιανού στην επίχωσή του και ειδικά μεταξύ των εδράνων, φαίνεται να είναι παλαιότατη (από το 3000 περίπου π.Χ.). Μεταξύ των ευρημάτων συγκαταλέγονται 12 αρκετά διαβρωμένα χάλκινα νομίσματα, από τα οποία λίγα της εποχής φραγκοκρατίας, με τελευταίο χρονολογικά ένα νόμισμα του Γεωργίου του Α΄.Η κατασκευή του θεάτρου δε μπορεί να αναχθεί με βεβαιότητα σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, οπωσδήποτε όμως η χρονολογία των επιγραφών που αναφέρουν το θέατρο (μέσα του 4ου αι. π.Χ.) μας δίνουν ένα χρονολογικό όριο πριν από το οποίο το θέατρο ήταν ήδη σε χρήση. Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας και τη μελέτη του ανασκαφικού υλικού (που βρίσκεται βέβαια σε αρχικό στάδιο) αναμένεται να προσδιοριστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια ο χρόνος κατασκευής και λειτουργίας του, οι χρονολογικές φάσεις και μετασκευές του, και να αντληθούν πληροφορίες για το ακριβές σχήμα το μέγεθος του κοίλου και της ορχήστρας.


* Η Μαρία Πλάτωνος γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης από γονείς αρχαιολόγους. Μεγάλωσε και κατοικεί στην Αθήνα. Από πολύ μικρή εξοικειώθηκε με τον θαυμαστό κόσμο της αρχαιολογίας, αφού ακολουθούσε τους γονείς της στις ανασκαφικές τους δραστηριότητες σε διάφορα μέρη της Κρήτης. Καθοριστικό ρόλο για τη μετέπειτα ενασχόληση της κυρίως με την μινωική αρχαιολογία, ήταν η επί πολλά έτη συμμετοχή της ως φοιτήτρια πρώτα και έπειτα ως νεαρή αρχαιολόγος- στην ανασκαφή του μινωικού ανακτόρου της Ζάκρου, που διεύθυνε ο πατέρας της καθηγητής Ν. Πλάτων. Συμμετέχει ενεργά στην ομάδα Δημοσίευσης του Ανακτόρου της Ζάκρου και με εργασία της στον πρώτο υπό εκτύπωση τόμο του έργου. Συμμετείχε στα φοιτητικά της χρόνια στις ανασκαφές του οικισμού στο Ακρωτήρι της Σαντορίνης, του μινωικού νεκροταφείου στο Φουρνί Αχαρνών και του ιερού του Απολλωνα Μαλεάτα στην Επίδαυρο. Μπήκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία με τον διαγωνισμό του 1979. Υπηρέτησε στις Εφορίες Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων Πατρών, Ηρακλείου, Αγίου Νικολάου Κρήτης, στη Γ΄ Εφορία Αθηνών και στη Β΄ Εφορία Αττικής, με κύριο τομέα ευθύνης της για περισσότερο από 25 χρόνια το Δήμο Αχαρνών Αττικής. Υπήρξε Προϊσταμένη του Τμήματος Μουσείων της Β΄ΕΠΚΑ, και αναπληρώτρια της ίδιας Εφορίας. Συνταξιοδοτήθηκε πρόσφατα τον Απρίλιο του 2010. Η ενασχόληση της με τις ανασκαφές στην Αττική είχε ως αποτέλεσμα το πρωταρχικό της ενδιαφέρον για τα μινωικά να μοιρασθεί με τα νέα ενδιαφέροντα πάνω στην κλασσική αρχαιολογία. Έχει διενεργήσει ως υπεύθυνη αρχαιολόγος πλήθος σωστικές ανασκαφές πολλές από τις οποίες εξαιρετικά σημαντικές όπως ο Ναός και το Ιερό της Παλλήνιδος Αθηνάς στον Σταυρό του Γέρακα Αττικής, και το Αρχαίο Θέατρο Αχαρνών ,το 2007. Έχει λάβει μέρος με ανακοινώσεις σε πολλά Αρχαιολογικά Κρητολογικά Συνέδρια και Επιστημονικές Συναντήσεις. Το 2004 εξεδόθη με έξοδα του Δήμου Αχαρνών , το πρώτο της βιβλίο, με τίτλο «ΑΧΑΡΝΑΙ Ιστορική και Τοπογραφική Επισκόπηση των Αρχαίων Αχαρνών, των γειτονικών δήμων και των οχυρώσεων της Πάρνηθας». Συμμετείχε επίσης στους τόμους «Αττικής Οδού Περιήγηση» και «Αρχαίοι Δρόμοι της Αττικής» που εξεδόθησαν τα έτη 2005 και 2010 αντίστοιχα. Τίτλοι εργασιών της σε ελληνικά και ξένα αρχαιολογικά περιοδικά: «Τελετουργικές Σφύρες και Ρόπαλα στον Μινωικό Πολιτισμό», «Νέες ενδείξεις για το πρόβλημα των καθαρτηρίων δεξαμενών και λουτρών στην μινωική Κρήτη», «Γλάστρες και ανθοδοχεία σον μινωικό κόσμο», «Σπονδή Τελετουργική πρόχους», «Φυσιογνωμικοί τύποι των μινωιτών στην κρητομυκηναϊκη τέχνη», «Μυκηναϊκή εικονιστική σαρκοφάγος από την Ιεράπετρα», «Είδη τάφων και τρόποι ταφής στα νεκροταφεία των Αχαρνών» στις μελέτες του ΑΔ, «Το ιερό και ο ναός της Παλλήνιδος Αθηνάς» στο περιοδικό «Αρχαιολογία» και τον τόμο των Πρακτικών της Επιστημονικής Συνάντησης Ελευσίνας, λήμματα στην ιταλική εγκυκλοπαίδεια, άρθρα σε περιοδικά κ.ά. Συνέβαλε σημαντικά με τη βοήθεια των συνεργατών της, στην οργάνωση της επανέκθεσης της Αρχαιολογικής Συλλογής Αχαρνών, που μεταστεγάστηκε και λειτουργεί από το Φθινόπωρο του 2006, σε νέο χώρο απέναντι από το Δημαρχείο.

Η κ.Μαρία Πλάτωνος με τον Πρόεδρο του Σωματείου «ΔΙΑΖΩΜΑ» κ. Σταύρο Μπένο, κατά την επίσκεψή του στο χώρο του Αρχαίου Θεάτρου Αχαρνών το Νοέμβριο του 2009 (τρίτη από δεξιά).



AGiLETEQ